Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

Πως να αποφύγετε να τρώτε σε Fast Food



Είτε είστε σε προσπάθεια να χάσετε κιλά είτε όχι η διατροφή απο fast food είναι κάτι που πρέπει να αποφεύγει ο κάθες άνθρωπος για λόγους υγείας.

Λόγω του αγχωτικού τρόπου ζωής και του λίγου ελεύθερου χρόνου, η εύκολη λύση του γρήγορου φαγητού είναι μια παγίδα που για να την αποφύγουμε χρειάζονται κάποια απλά και μικρά βήματα.

1.Τρώτε πάντα πριν φύγετε απο το σπίτι, ειδικά εάν ξέρετε πως θα λείψετε πολύ ώρα.

2.Παίρνετε μαζί σας υγιεινά σνακ για όταν σας πιάσει πείνα ώστε να αποφύγετε τον πειρασμό να αγοράσετε κάτι. Ένα φρούτο, ενα σάντουίτσ με λαχανικά είναι μια καλύ λύση.

3.Να έχετε πάντα στο σπίτι υγιεινά σνακ που σας αρέσουν ώστε να μπορείτε να τσιμπήσετε κάτι την ώρα που σας πιάνει πείνα.

4.Μην κόβετε ποσότητες απο το φαγητό σας, και τρώτε τουλάχιστον ένα καλό γεύμα πλήρες την ημέρα ώστε να μην νιώθετε πείνα.

5.Μάθετε να μαγειρεύετε. Το μαγείρεμα όταν υπάρχει ελεύθερος χρόνος είναι χρήσιμο και διασκεδαστικό.

6.Μάθετε πως να φτιάχνεται γρήγορο φαγητό σπίτι σας, με υγιεινά και θρεπτικά συστατικά.

7.Διαβάστε για τις επιπτώσεις του ανθυγιεινού φαγητού για να συνηδητοποιήσετε τι ακριβώς βάζετε στον οργανισμό σας τρώγοντας έτοιμο φαγητό.

8.Το γεγονός ότι προσπαθείτε να κόψετε το γρήγορο φαγητό δεν σημαίνει ότι κόβετε και τις τροφές που κάθε άνθρωπος λατρεύει. Τρώτε σε φυσιολογική συχνότητα και ποσότητα πχ κρέας, γλυκά αλλά ετοιμάστε τα σπίτι.

9.Προσπαθήστε να μείνετε για όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα εντελώς μακρια απο τα fast food. Οι τροφές που πωλούνται σε τέτοιου είδος μαγαζιά επεριέχουν τεράστιες ποσότητες λίπους και ζάχαρης και η κατανάλωση τους εθίζει κυριολεκτικά τον οργανισμό.

10.Εάν μπείτε σε ένα σωστό και υγιεινό τρόπο διατροφής το γρήγορο φαγητό σύντομα δεν θα σας ελκύει. Παρόλα αυτά η κατανάλωση του με μέτρο (δηλαδή σπάνια) και σε μικρές ποσότητες μπορεί να αποτελεί κομμάτι της διατροφής σας χωρίς επιπτώσεις.





πηγές: http://www.postokano.gr/pos-na-apofygete-na-trote-se-fast-food
pro.corbis.com

Πόσες θερμίδες έχουν τα προιόντα που καταναλώνονται στα εστιατόρια τύπου fast food;

Στις μέρες μας, η κατανάλωση junk food η αλλιώς βρόμικου φαγητού, όπως όλοι ξέρουμε είναι μία γρήγορη λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σχετικά με το ότι δεν έχουμε χρόνο να μαγειρέψουμε ένα υγιεινό γεύμα λόγω έλλειψης χρόνου. Έχετε σκεφτεί όμως ότι μία πίτσα σπέσιαλ έχει γύρω στις 350-400 θερμίδες και 130 γραμμάρια λίπους το κομμάτι; Ότι ένα σουβλάκι απ’ όλα με πατάτες έχει 500 θερμίδες; Τα club sandwiches μπορούν να φτάσουν ως και τις 400 θερμίδες; Οι σφολιάτες πάλι, αν και μια από τις πιο εύκολες λύσεις, πρέπει να αποφεύγονται; Για παράδειγμα μια ζαμπονοτυρόπιτα, μπορεί να φτάσει μέχρι και τις 700 θερμίδες!!! Πάντα, το σπιτικό φαγητό ήταν, είναι και θα είναι το καλύτερο. Εφόσον όμως το “απ’ έξω” φαγητό έχει γίνει μέρος της καθημερινότητας μας, ας προσέχουμε και πάντα με μέτρο!!!



πηγές: iatronet.gr

lartigiano.gr





Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2009

«Μύθοι και αλήθειες» για τα αναψυκτικά

Του δρ Γρηγόρη Ρίσβα, διαιτολόγου-διατροφολόγου, γενικού διευθυντή nutrimed.

Στο παρακάτω κείμενο, παρουσιάζονται κάποιοι προβληματισμοί σχετικά με την κατανάλωση των αεριούχων αναψυκτικών στην παιδική ηλικία και η αλήθεια για τα αυτά.


«Αναψυκτικά και παιδιά»: μια σχέση αγάπης και μίσους, εφόσον τα παιδιά ζητάνε συχνά το αγαπημένο τους αναψυκτικό, ενώ οι γονείς βρίσκονται σε έναν συνεχή αγώνα απαγορεύσεων και τα «κυνηγούν» για να μην το καταναλώνουν. Ο λόγος είναι πάντα σαφής για τους γονείς, αφού αποτελεί αξίωμα γι’ αυτούς ότι «είναι κακά» και ότι «δεν πρέπει να τα πίνουμε». Από την άλλη, τα παιδιά τα αποζητούν γιατί «είναι ωραία» και γιατί «τα πίνουν όλοι και κυρίως στα πάρτι». Τελικά, ποια είναι η αλήθεια; Τα αναψυκτικά παχαίνουν, χαλάνε τα δόντια, δεν μας αφήνουν να κοιμηθούμε ή να μεγαλώσουμε; Και γιατί οι μεγάλοι μπορούν να τα πίνουν, ενώ τα παιδιά όχι;
Τα αναψυκτικά σχετίζονται με την αύξηση της παιδικής παχυσαρκίας;

Σύμφωνα με μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί στο εξωτερικό, η κατανάλωση αναψυκτικών με ζάχαρη -και όχι light αναψυκτικών- αυξάνει το σωματικό βάρος. Μάλιστα, έχει αναφερθεί αύξηση της πιθανότητας κατά 60% να γίνει ένα παιδί παχύσαρκο. Ωστόσο, περαιτέρω ανάλυση των στοιχείων έδειξε ότι μόνο το 5% αυτής της αύξησης μπορεί να αποδοθεί στα ζαχαρούχα ποτά, και αυτό χωρίς να διαπιστώνεται σαφής σχέση αιτίας-αποτελέσματος. Όποτε τι γίνεται; Μήπως πίνοντας περισσότερα αναψυκτικά μειώνεται η κατανάλωση γαλακτοκομικών, ή επειδή τα παιδιά λαμβάνουν τόση ζάχαρη σε υγρή μορφή παίρνουν την επιπλέον ενέργεια χωρίς να χορταίνουν, οπότε εξακολουθούν να τρώνε και έτσι, τελικά, παχαίνουν; Είναι αυτός ο λόγος που αυξάνονται τα ποσοστά υπερβάλλοντος βάρους διεθνώς και στη χώρα μας, ή μήπως αυτό οφείλεται στη μείωση της σωματικής δραστηριότητας και στην αύξηση της καθιστικής ζωής μπροστά στην τηλεόραση, τον υπολογιστή ή σ’ ένα γραφείο γεμάτο βιβλία; Λεπτομερείς μελέτες των διατροφικών συνηθειών μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι φταίει κυρίως το δεύτερο, δηλαδή η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας, παρά οι σύγχρονες διατροφικές συνήθειες, οι οποίες περιλαμβάνουν και τη συχνή κατανάλωση αναψυκτικών με ζάχαρη. Από την άλλη, διάφορες έρευνες δείχνουν ότι τα αποτελεσματικότερα μέτρα κατά της παχυσαρκίας είναι η συμμετοχή σε τακτική σωματική δραστηριότητα και η μείωση των ωρών τηλεθέασης, ενώ το λιγότερο αποτελεσματικό μέτρο είναι η μείωση της κατανάλωσης αναψυκτικών. Εξάλλου, πάντοτε υπάρχει και η λύση των light αναψυκτικών, των οποίων η ασφάλεια έχει διαπιστωθεί σε πολλές μελέτες (όλοι οι διεθνείς οργανισμοί αναγνωρίζουν ότι δεν υφίσταται θέμα επικινδυνότητας σε σχέση με τη φυσιολογική κατανάλωσή τους). Ακόμη, όμως, και αν η απαγόρευση των αναψυκτικών δεν επιβάλλεται για να μην παχύνουν τα παιδιά μας, μήπως επιβάλλεται για να μπορούν να αναπτυχθούν;
Tα αναψυκτικά περιορίζουν την απορρόφηση ασβεστίου;

Καταρχήν, όλοι γνωρίζουμε ότι τα αναψυκτικά περιέχουν φωσφορικό οξύ, το οποίο περιορίζει την απορρόφηση ασβεστίου και, κατά συνέπεια, «συνεισφέρει» στο να μην έχουν τα παιδιά γερό σκελετό. Είναι όμως έτσι; Αν σκεφτούμε ότι η πρόσληψη αναψυκτικών αυξάνει την απώλεια ασβεστίου στα ούρα, αλλά ότι αυτή η απώλεια ισοσκελίζεται με μειωμένη απώλεια ασβεστίου αργότερα εντός της ίδιας ημέρας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η επίδραση είναι μηδαμινή. Εντούτοις, τα παιδιά που καταναλώνουν περισσότερα αναψυκτικά παρουσιάζουν μειωμένη πρόσληψη γαλακτοκομικών. Μήπως, όμως, οι γονείς αυτών των παιδιών δεν προσλαμβάνουν αρκετά γαλακτοκομικά; Κι αν είναι έτσι, μήπως ο στόχος πρέπει να είναι η αύξηση της πρόσληψης ασβεστίου από όλη την οικογένεια και όχι η απαγόρευση των αναψυκτικών; Εξάλλου, ας μην ξεχνάμε ότι αυτό που απαγορεύεται γίνεται συνήθως πιο ποθητό και ότι αν τα αναψυκτικά ήταν κάτι κακό, γιατί επιτρέπεται να τα πίνουμε σ’ ένα πάρτι ή σ’ ένα οικογενειακό τραπέζι; Η διατροφή μας και τα τρόφιμα που επιλέγουμε είναι αποτέλεσμα μιας περίπλοκης διαδικασίας. Αν οι γονείς δεν παρέμβουν στοχευμένα και στα σημεία που πραγματικά χρειάζεται, δεν πρόκειται να έχουν σημαντική επίδραση στο διαιτολόγιο των παιδιών τους και στις συνήθειες που αναπτύσσουν και επηρεάζουν την υγεία τους. Ας δούμε, όμως, και τις υπόλοιπες κατηγορίες ενάντια στα αναψυκτικά, γιατί σύμφωνα με τα παραπάνω θα μπορούσαν απλά να είναι ένα αναγκαίο κακό, αλλά πάντως κακό σε κάθε περίπτωση. Έως τώρα μπορεί να μην έχει φανεί ότι είναι απαραιτήτως κακά, αλλά «μηδένα προ του τέλους μακάριζε».
Tα αναψυκτικά περιέχουν οξέα και ζάχαρη, τα οποία καταστρέφουν τα δόντια. Είναι αλήθεια;

Αυτήν τη φράση θα την ακούσετε συχνά από τον παιδίατρο και τον οδοντίατρο, οι οποίοι δεν έχουν άδικο. Αλλά μήπως την ίδια περιεκτικότητα δεν έχουν και οι χυμοί; Μήπως κι αυτοί πρέπει να απαγορευτούν; Η απάντηση μπορεί να είναι αβίαστα «ναι, ας τρώνε τα παιδιά φρούτα», αλλά δυστυχώς όταν φτάνουμε στο σημείο να εφαρμόσουμε αυτή την οδηγία, αρχίζουν τα δύσκολα. Αυτή είναι η διαφορά του διαιτολόγου από τους άλλους επιστήμονες υγείας: ο διαιτολόγος βρίσκει τρόπους για να εφαρμόσει μια διαιτητική οδηγία, δεν την διατυπώνει απλά. Στη διαδικασία της υλοποίησης απαιτείται ευρηματικότητα και σωστή καθοδήγηση προς τους γονείς. Χρειάζεται, επίσης, να ακριβολογούμε. Διότι τα οξέα και η ζάχαρη διαβρώνουν τα δόντια όσο βρίσκονται σε επαφή με αυτά. Άρα όταν προσλαμβάνονται με τη μορφή υγρού έχουν τη μικρότερη δυνατή αρνητική επίδραση, εκτός κι αν ένα παιδί τα χρησιμοποιεί για… γαργάρες. Τελικά, μάλλον είναι σημαντικότερο να αναφέρει ο γιατρός ότι πρέπει να υπάρχει καλή στοματική υγιεινή και τακτική φροντίδα των δοντιών, και ο διαιτολόγος θα φροντίσει ώστε η περιεκτικότητα σε ζάχαρη στη δίαιτα να είναι η ενδεδειγμένη όσον αφορά τη γενικότερη υγεία του παιδιού, αλλά και την έμφυτη αναζήτηση της γλυκύτητας, η οποία υφίσταται σε όλους τους ανθρώπους από τη στιγμή που γεννιούνται.
Δεν είναι γεμάτα συντηρητικά; Δεν προκαλούν εθισμό και δεν επηρεάζουν τη συμπεριφορά των παιδιών;
Καταρχήν, να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν υπάρχουν καλά και κακά τρόφιμα, υπάρχει μόνο καλή και κακή διατροφή. Εφόσον κάποιο τρόφιμο είναι βρώσιμο ή ένα ποτό πόσιμο, άρα δεν αποτελεί δηλητήριο και δεν προκαλεί άμεσα ή έμμεσα βλάβη σε οποιαδήποτε ποσότητα ή συχνότητα και αν καταναλώνεται, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κακό ή απαγορευτικό. Όλα, λοιπόν, εξαρτώνται από τις συνήθειες κατανάλωσής του. Όσον αφορά τα αναψυκτικά, δεν φαίνεται ότι η ζάχαρη ή η καφεΐνη που περιέχουν κάποια από αυτά προκαλούν εθισμό ή υπερκινητικότητα και διαταραχές του ύπνου όταν καταναλώνονται σε φυσιολογικές ποσότητες. Βέβαια πρέπει να σημειωθεί και ότι τα αναψυκτικά δεν έχουν καμία θρεπτική αξία, εκτός του νερού που περιέχουν και συνεισφέρει στην ενυδάτωση του παιδιού. Εάν κάποιος γονέας επιτρέπει στο παιδί του να αντικαταστήσει το νερό με αναψυκτικό ή χυμό ή τσάι ή καφέ, ή ακόμη και με γάλα, τότε προφανώς θα δημιουργηθούν προβλήματα υγείας. Όταν, όμως, υπάρχει μέτρο στην κατανάλωση οποιουδήποτε τροφίμου ή ποτού δεν υπάρχει πρόβλημα.


Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

Το τρικ με το αλάτι

Το λεγόμενο «junk food», ταυτισμένο σε πολλές περιπτώσεις με το «fast food», κερδίζει διαρκώς έδαφος και στη χώρα μας, ειδικότερα στις προτιμήσεις των παιδιών και των νέων. Βασικός σύμμαχος της βιομηχανίας του γρήγορου και πρόχειρου φαγητού στην κατάκτηση του καταναλωτικού κοινού είναι το αλάτι και το λίπος, όπως επισημαίνει ο κ. Τάσος Παπαλαζάρου, κλινικός διαιτολόγος - διατροφολόγος.

«Το αλάτι και το λίπος αυξάνουν τη νοστιμιά στις τροφές και γι' αυτό τα χάμπουργκερ είναι ιδιαίτερα ελκυστικά για τα παιδιά. Το αλάτι λειτουργεί σαν σεντόνι που σκεπάζει τα πάντα στη γεύση και την οσμή γι' αυτό και χρησιμοποιείται κατά κόρον από τα καταστήματα που πουλάνε τέτοιο φαγητό. Είναι το σημαντικότερο τρικ τους.

Μια καλής και μια κακής ποιότητας μπριζόλα καταλήγουν να έχουν την ίδια γεύση αν έχουν πολύ αλάτι», εξηγεί ο κ. Παπαλαζάρου και υπογραμμίζει τους κινδύνους που κρύβονται πίσω από ένα χάμπουργκερ ή ένα σουβλάκι για τον οργανισμό μας: «Το αλάτι φαίνεται να σχετίζεται με την υπέρταση, ενώ πολυάριθμες μελέτες το ενοχοποιούν για την πρόκληση καρκίνου του στομάχου. Επίσης τα κορεσμένα και τα trans λιπαρά που έχουν αυτές οι τροφές συμβάλλουν στην πρόκληση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για πολυθερμιδικά γεύματα που φέρουν μεγάλη ευθύνη για τη παχυσαρκία στις μέρες μας».

Οπως μας πληροφορεί ο ίδιος, ο πολλαπλασιασμός των «ταχυφαγείων» διεθνώς ξεκίνησε από τη δεκαετία του 70 ενώ η εποχή αυτή συμπίπτει με την τεράστια αύξηση της παχυσαρκίας παγκοσμίως: «Εχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι υπάρχει άμεση συσχέτιση ανάμεσα στις δύο τάσεις.

Χαρακτηριστικό της τεράστιας αύξησης κατανάλωσης βρώμικου φαγητού είναι ότι το 1970 οι Αμερικάνοι ξόδεψαν 6 δισ. δολάρια σε φαστ φουντ ενώ το 2001 ξόδεψαν 110 δισ. Μέσα σε αυτά τα χρόνια άλλαξε επίσης και το μέγεθος της μερίδας των κλασικών χάμπουργκερ και επομένως η περιεκτικότητά τους σε θερμίδες. Ετσι, ενώ το πρώτο χάμπουργκερ το 1957 είχε 210 θερμίδες, σήμερα τα δημοφιλή μεγάλα χάμπουργκερ έχουν περίπου 610 θερμίδες. Ταυτόχρονα, τα τελευταία 15 χρόνια παρουσιάζεται αύξηση κατά 65% του ποσοστού παχύσαρκων στον δυτικό κόσμο».

Πάντως, σύμφωνα με τον κ. Παπαλαζάρου, μολονότι συνηθίζουμε να θεωρούμε πιο ανθυγιεινό φαγητό το ξενόφερτο χάμπουργκερ ή την πίτσα, στην πραγματικότητα το... δικό μας σουβλάκι δεν είναι πιο αθώο διατροφικά: «Δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε αυτά τα είδη φαγητού. Ολα έχουν ως βάση τους το κρέας που δεν είναι καλής ποιότητας, έχουν πολλά συντηρητικά και πολύ αλάτι», λέει, ενώ απαντώντας στην ερώτηση τι θα ήταν προτιμότερο να επιλέγουμε όταν αναγκαζόμαστε να τρώμε σε φαστ φουντ σημειώνει: «Αν ήμουν υποχρεωμένος να επιλέξω κάτι, αυτό θα ήταν ένα σουβλάκι με κοτόπουλο που έχει λιγότερα λιπαρά από τα άλλα κρέατα ή ακόμα και μια πίτσα χωρίς αλλαντικά. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να θυμόμαστε ότι ακόμα και τα πιο αθώα φαγητά, όπως οι σαλάτες είναι πιο παχυντικά στα φαστ φουντ γιατί έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε σάλτσες ώστε να αποκτούν νοστιμιά».

Ο ίδιος τονίζει ότι ακόμα κι αν οι πατάτες που τηγανίζουμε στο σπίτι έχουν την ίδια θερμιδική αξία με μια μερίδα που θα αγοράσουμε από φαστ φουντ, οι σπιτικές είναι σε κάθε περίπτωση προτιμότερες καθώς δεν έχουν άλλα επιβλαβή συστατικά και έχουν καλύτερης ποιότητας θερμίδες.

«Το πιο ανησυχητικό από όλα είναι η έντονη στροφή των παιδιών προς τα φαστ φουντ. Είναι κρίσιμος ο ρόλος των γονιών που θα πρέπει να στρέψουν τα παιδιά στη σπιτική κουζίνα. Οι γονείς μπορούν να εξηγήσουν στα παιδιά ότι είναι καλύτερο να φάνε ένα χάμπουργκερ στο σπίτι με ένα μαγειρεμένο μπιφτέκι ή μια πίτσα που θα φτιάξει η μαμά και να περιορίσουν τις εξόδους σε φαστ φουντ σε μια φορά την εβδομάδα. Δυστυχώς δεν είναι εύκολο να αποκλείσεις εντελώς τα παιδιά από το συγκεκριμένο είδος τροφής, καθώς έχει πλέον ενταχθεί στη ζωή και την καθημερινότητα μας», τονίζει ο κ. Παπαλαζάρου.


ΜΟΥΣΕΙΟ ΠΛΑΣΤΙΚΟΥ ΦΑΓΗΤΟΥ
vegetarianorganicblog.com
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11387&subid=2&pubid=7972840

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2009

Το φαγητό που… παχαίνει!

Το έτοιμο φαγητό είναι κατά κανόνα πλουσιότερο σε λίπος, αλάτι και θερμίδες από το σπιτικό. Επιπλέον, η ποσότητα του φαγητού που σερβίρεται στα εστιατόρια είναι σημαντικά μεγαλύτερη από την ποσότητα του φαγητού που καταναλώνουμε στο σπίτι.

Στην κινηματογραφική ταινία Supersize Me!, ο πρωταγωνιστής Mr. Spurlock έτρωγε προϊόντα από τα εστιατόρια McDonald’s 3 φορές την ημέρα για ένα μήνα και πήρε 11 κιλά! Είναι μεγάλος ο όγκος των επιστημονικών ερευνών που αποδεικνύουν τη σχέση μεταξύ της συχνής κατανάλωσης έτοιμου φαγητού και της αύξησης του σωματικού βάρους.
Η μελέτη Cardia στην Αμερική έδειξε πως η συχνή κατανάλωση έτοιμου φαγητού σχετίζεται θετικά με την αύξηση του σωματικού βάρους. Συγκεκριμένα, άτομα που έτρωγαν τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα έτοιμο φαγητό, αύξησαν το σωματικό τους βάρος κατά 12,4 κιλά περισσότερο σε σχέση με τα άτομα που έτρωγαν λιγότερο από μία φορά την εβδομάδα εκτός σπιτιού, σε ένα χρονικό διάστημα 4 ετών.
Σε μία έρευνα του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου βρέθηκε ότι τα άτομα που κατανάλωναν έτοιμο φαγητό (με παραγγελία στο σπίτι) τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα, προσελάμβαναν ημερησίως περίπου 250 θερμίδες περισσότερες σε σχέση με τα άτομα που δεν ακολουθούσαν τις ίδιες συνήθειες.
Ισπανοί επιστήμονες πρόσφατα απέδειξαν πως η κατανάλωση έτοιμου φαγητού σχετίζεται με υψηλότερη πρόσληψη θερμίδων, υψηλότερο Δείκτη μάζας Σώματος και χαμηλότερη ποιότητα διατροφής. Από τη συγκεκριμένη έρευνα επίσης φάνηκε πως η πιθανότητα να είναι κανείς παχύσαρκος αυξάνεται ανάλογα με τη συχνότητα κατανάλωσης έτοιμου φαγητού.
Ακόμη, μία νέα ελληνική επιστημονική έρευνα, υπό τον δρα. Αλέξανδρο Κόκκινο του Λαϊκού Νοσοκομείου Αθηνών, διαπιστώνει ότι η γρήγορη κατάποση της τροφής περιορίζει την απελευθέρωση συγκεκριμένων ορμονών στο στομάχι, οι οποίες κάνουν τον άνθρωπο να νιώθει χορτάτος, με συνέπεια να θέλει να φάει κι άλλο.
Γιατί η κατανάλωση έτοιμου φαγητού οδηγεί σε αύξηση του σωματικού βάρους;

Παρόλο που στα μενού πολλών εστιατορίων συμπεριλαμβάνονται «φαινομενικά» υγιεινά γεύματα, υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους η συχνή κατανάλωση έτοιμου φαγητού αποτελεί μία ανθυγιεινή συνήθεια που συμβάλλει στην αύξηση του σωματικού βάρους, την παχυσαρκία, τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, τα καρδιαγγειακά νοσήματα και διάφορους τύπους καρκίνου, ασθένειες που παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις τα τελευταία χρόνια. Αυτοί είναι κυρίως τέσσερις και φαίνονται στη συνέχεια:

Μέγεθος μερίδων
Οι μερίδες των γευμάτων που διατίθενται στα εστιατόρια είναι κατά κανόνα μεγάλες σε μέγεθος και φυσικά μεγαλύτερες από τις μερίδες των γευμάτων που καταναλώνουμε στο σπίτι. Μάλιστα, όσο μεγαλύτερη είναι η μερίδα που έχουμε μπροστά μας, τόσο περισσότερο καταναλώνουμε. Τα μεγέθη των μερίδων για τα burgers, τις τηγανιτές πατάτες, τις πίτσες, τα αναψυκτικά και τα διάφορα άλλα γεύματα που διατίθενται εκτός σπιτιού αυξήθηκαν 2-5 φορές τα τελευταία 50 χρόνια. Αυτό σημαίνει πως παράλληλα αυξήθηκαν και η ποσότητες λιπαρών και ζάχαρης που λαμβάνουμε κάθε φορά που καταναλώνουμε τέτοιου είδους τρόφιμα.

Ενεργειακή πυκνότητα
Εκτός από τις μεγάλες μερίδες, το έτοιμο φαγητό χαρακτηρίζεται από υψηλή ενεργειακή , που είναι λόγος της ενέργειες που περιέχεται σε ένα τρόφιμο προς την ποσότητα του τροφίμου. Με απλά λόγια, όταν λέμε πως ένα τρόφιμο έχει υψηλή ενεργειακή πυκνότητα, τότε εννοούμε πως περιέχει πολλές θερμίδες σε μικρή ποσότητα. Τρόφιμα υψηλής ενεργειακής πυκνότητας, πέρα από το έτοιμο φαγητό, είναι τα γλυκά, τα μπισκότα, τα πατατάκια και διάφορα άλλα έτοιμα σνάκ. Η ενεργειακή πυκνότητα των μενού στα περισσότερα εστιατόρια είναι περίπου 264 θερμίδες/100 gr τροφίμου, δηλαδή, περίπου διπλάσια από την ενεργειακή πυκνοτήτων διαιτών που συστήνονται για την προώθηση της υγείας (π.χ. Μεσογειακή Δίαιτα) που είναι 126 θερμίδες/ 100 gr τροφίμου. Σε αυτό το σημείου αξίζει να σημειωθεί το εξής :ο ανθρώπινος οργανισμός δεν μπορεί να αναγνωρίσει τις τροφές με υψηλή ενεργειακή πυκνότητα και να ρυθμίζει ανάλογα την ποσότητα της προσλαμβανόμενης τροφής , προκειμένου να μην ξεπεράσει τις ενεργειακές του ανάγκες και να μην οδηγηθεί έτσι σε σταδιακή αύξηση του σωματικού βάρους.

Trans λίπη
Οι τηγανιτές πατάτες και το κρέας που διατίθενται στα εστιατόρια περιέχουν υψηλές ποσότητες trans λιπαρών. Τα λιπαρά αυτά προστίθενται σε διάφορα τρόφιμα, όπως οι μαργαρίνες, τα προϊόντα spreads, τα έλαια τηγανίσματος, τα μπισκότα και τα διάφορα σνακ, προκειμένου αυτά να γίνουν πιο ανθεκτικά και να αποκτήσουν μεγαλύτερο χρόνο ζωής. Βέβαια, trans λίπη αποτελούν φυσικό συστατικό του κρέατος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, αλλά περιέχονται σε σημαντικά χαμηλότερες ποσότητες σε αυτά τα τρόφιμα. Σε μια επιστημονική έρευνα σχετικά με την περιεκτικότητα των fast-food, των μπισκότων και των σνακ σε trans λιπαρά, φάνηκε πως σε κάποια από αυτά τα τρόφιμα το ποσοστό των trans λιπαρών αποτελούσε μέχρι και το 50% των λιπών που περιείχαν, οδηγώντας έτσι τους καταναλωτές στην πρόσληψη 36 gr trans λιπών σε 1 μόνο γεύμα. Η ποσότητα αυτή είναι τραγικά μεγάλη εάν αναλογιστούμε ότι η καθημερινή πρόσληψη 5 gr trans λιπαρών οξέων σχετίζεται με 30% αύξηση του κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα. Από άλλες μελέτες έχει φανεί πως η αυξημένη πρόσληψη trans λιπαρών οξέων σχετίζεται πιο ισχυρά με την αύξηση του σωματικού βάρους, ενώ παράλληλα οδηγεί πιο εύκολα στην εναπόθεση λίπους στην περιοχή της κοιλιάς σε σχέση με τα άλλα είδη λιπαρών που περιέχονται στη διατροφή μας. Τέλος, η αύξηση του λίπους, στην περιοχή της κοιλιάς αυξάνει παράλληλα τον κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακά νοσήματα.

Συνολικά λίπη
Προκειμένου τα γεύματα που διατίθενται στα εστιατόρια να είναι πιο γευστικά και ελκυστικά, ακολουθούνται πρακτικές μαγειρέματος που οδηγούν σε ιδιαίτερα μεγάλες αυξήσεις, στο περιεχόμενο των τροφών αυτών σε λίπος (χρησιμοποιούνται μεγάλες ποσότητες ελαίων αμφιβόλου ποιότητας). Παράλληλα όμως, με αυτόν τον τρόπο αυξάνεται και το ενεργειακό περιεχόμενο των έτοιμων γευμάτων. Έτσι, λαμβάνοντας περισσότερες θερμίδες (και μάλιστα κακής ποιότητας), η αύξηση του σωματικού βάρους μπορεί να επιτευχθεί πάρα πολύ εύκολα.


Από όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές, πως το έτοιμο φαγητό διαθέτει κάποια «εσωτερικά» χαρακτηριστικά (μεγάλο μέγεθος μερίδων, υψηλή ενεργειακή πυκνότητα, αυξημένα trans και συνολικά λιπαρά) που το καθιστούν ανθυγιεινό. Εάν η κατανάλωση του γίνει συνήθεια, τότε οι αρνητικές επιδράσεις επέρχονται σχεδόν «αυτόματα».
Πρώτη σε σειρά εμφανίζεται η πολύ εύκολη αύξηση του σωματικού βάρους και αργότερα, σε βάθος χρόνου, ακολουθούν οι διάφορες χρόνιες ασθένειες που σχετίζονται με την διατροφή και «θερίζουν» τον κόσμο στις δυτικές κοινωνίες (σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, καρδιαγγειακά νοσήματα, διάφοροι τύποι καρκίνου).
Η «στροφή» στην κατανάλωση σπιτικού φαγητού σίγουρα θα αποτελούσε λύση σε πολλά προβλήματα του σύγχρονου κόσμου, συμπεριλαμβανόμενου και της απώλειας σωματικού βάρους.



Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2009

Προτιμάμε οι Έλληνες το γρήγορο φαγητό;

Σας παρουσιάζουμε μία έρευνα του ιδρύματος ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ η οποία παραθέτει ενδιαφέροντα στοιχεία που μας δείχνουν κατά πόσο εμείς οι Έλληνες, καταναλώνουμε γρήγορα φαγητά.


Το φαγητό, εκτός από απαραίτητο για την επιβίωσή μας, είναι και απόλαυση. Για ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού μάλιστα είναι κυρίως απόλαυση, αφού η κάλυψη των διατροφικών αναγκών θεωρείται δεδομένη. Το φαγητό μας χαλαρώνει, μας ικανοποιεί, μας φέρνει πιο κοντά με τους φίλους μας.
Με την πάροδο των χρόνων και με τη σύγχρονη Ελληνίδα γυναίκα να μπαίνει όλο και περισσότερο στον στίβο της εργασίας, μειώνεται ο χρόνος που αφιερώνεται στη μαγειρική και ταυτόχρονα αυξάνει η ανάγκη για προμήθεια φαγητού από άλλες πηγές. Από πού λοιπόν προμηθευόμαστε το καθημερινό μας φαγητό; Πόσο συχνά παραγγέλνουμε φαγητό «απ’ έξω» και πόσο συχνά τρώμε σε εστιατόρια γρήγορου φαγητού; Υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες ή ανάμεσα στις διάφορες ηλικίες ως προς τη συχνότητα επίσκεψης εστιατορίων γρήγορου φαγητού ή παραγγελίας φαγητού «απ’ έξω»;
Η πανελλήνια ποσοτική έρευνα, που διενήργησε το ΙΔΡΥΜΑ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ στις αρχές του 2006, απαντά σε πολλά από τα ανωτέρω ερωτήματα.


Πόσο συχνά τρώμε σε εστιατόρια γρήγορου φαγητού και τι προτιμάμε να τρώμε όταν τα επισκεπτόμαστε;

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι περισσότερο από το 57% του πληθυσμού τρώει σπάνια ή καθόλου σε εστιατόρια γρήγορου φαγητού. Όσον αφορά στις διαφορές ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες, φαίνεται ότι ο αντρικός πληθυσμός επισκέπτεται λίγο πιο συχνά εστιατόρια γρήγορου φαγητού σε σχέση με τον γυναικείο. Συγκεκριμένα, ένα ποσοστό της τάξεως του 6.3% των ανδρών έναντι 2.3% των γυναικών τα επισκέπτονται περισσότερες από 3 φορές την εβδομάδα.
Ενδιαφέροντα, αν και ίσως αναμενόμενα, είναι και τα ευρήματα της παρούσας έρευνας ως προς τις διάφορες ηλικιακές ομάδες. Φαίνεται ότι οι νέοι ερωτηθέντες ηλικίας κάτω των 24 ετών επισκέπτονται συχνότερα εστιατόρια γρήγορου φαγητού σε σχέση με τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες, ενώ ελάχιστοι είναι οι ερωτηθέντες ηλικίας άνω των 55 ετών που δήλωσαν ότι τα επισκέπτονται 1 ή περισσότερες φορές την εβδομάδα. Είναι ενδεικτικό επίσης το γεγονός ότι, ενώ 1 στους 4 νέους κάτω των 24 ετών δεν τα επισκέπτεται καθόλου ή σχεδόν καθόλου, το ποσοστό αυτό αυξάνει με την ηλικία, για να ξεπεράσει το 80% σε ηλικίες άνω των 55 ετών. Συνεπώς, υπάρχει μία σαφής τάση μείωσης της συχνότητας επίσκεψης εστιατορίων γρήγορου φαγητού με την αύξηση της ηλικίας.
Αξιοσημείωτες είναι και οι διαφορές που παρατηρούνται αναφορικά με την κατανάλωση γρήγορου φαγητού μεταξύ των αστικών, ημιαστικών και αγροτικών περιοχών. Φαίνεται ότι στις αστικές και ημιαστικές περιοχές, η συχνότητα επίσκεψης εστιατορίων γρήγορου φαγητού είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι στις αγροτικές περιοχές. Οι Θεσσαλονικείς μάλιστα επισκέπτονται τέτοια εστιατόρια με τη μεγαλύτερη συχνότητα (25.1% τα επισκέπτονται 1 ή περισσότερες φορές την εβδομάδα) σε σχέση με τους κατοίκους όλων των άλλων περιοχών. Στις αγροτικές περιοχές το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 6.8%. Πιθανώς το γεγονός αυτό να οφείλεται στη συγκέντρωση τέτοιων εστιατορίων στις αστικές περιοχές ή/και στις διατροφικές συνήθειες που έχουν οι καταναλωτές στις αγροτικές περιοχές ως προς το φαγητό.
Τι φαγητά όμως προτιμούνται και καταναλώνονται σε αυτά τα εστιατόρια;

Τα φαγητά που είναι πρώτα με μεγάλη διαφορά στην προτίμηση των ερωτηθέντων είναι τα σουβλάκια (72.3%) και ακολουθούν τα σάντουιτς, τα burgers και οι πίτσες-πεϊνιρλί (20-23%). Τα σουβλάκια μάλιστα είναι πρώτα σε κατανάλωση σε όλες τις ηλικίες, ενώ παρατηρείται διαφορά μεταξύ των ηλικιακών ομάδων ως προς τη δεύτερη επιλογή τους. Συγκεκριμένα, οι νέοι ερωτηθέντες ηλικίας 15-17 ετών δήλωσαν ότι προτιμούν τα burgers σε ποσοστό 42.2% (με μέσο όρο 21.6%), οι νέοι ηλικίας 18-24 ετών ότι προτιμούν τα σάντουιτς σε ποσοστό 37.1% (με μέσο όρο 23%) και οι ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών δήλωσαν ότι προτιμούν τα διάφορα κρεατικά σε ποσοστό 31.2% (με μέσο όρο 4.5%).
Ακόμη μελετήθηκαν και οι διαφορές μεταξύ αστικών, ημιαστικών και αγροτικών περιοχών αναφορικά με τα φαγητά που καταναλώνονται σε εστιατόρια γρήγορου φαγητού. Οι Θεσσαλονικείς έχουν μεν ως πρώτη επιλογή τα σουβλάκια (56.4%), αλλά σε πολύ μικρότερο ποσοστό από αυτό του μέσου όρου, με τη δεύτερη επιλογή τους, τα burgers, να ακολουθεί με ποσοστό 34.7%. Στις αγροτικές περιοχές οι τηγανητές πατάτες καταλαμβάνουν τη δεύτερη θέση μετά από τα σουβλάκια στις προτιμήσεις των καταναλωτών με ποσοστό 27.7% (με μέσο όρο 13.1%), ενώ σε μεγαλύτερα ποσοστά σε σχέση με τα στοιχεία που δηλώθηκαν για τις άλλες περιοχές, βρίσκονται οι σαλάτες με ποσοστό 17.2% (μέσος όρος 11.8%). Στο σημείο αυτό μάλιστα θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι τηγανητές πατάτες στην Αθήνα δηλώθηκαν μόλις από το 7.5% των ερωτηθέντων.

Και όταν παραγγέλνουμε φαγητό «απ’ έξω»;

Αντίστοιχη εικόνα με αυτήν που παρατηρούμε αναφορικά με τη συχνότητα επίσκεψης εστιατορίων γρήγορου φαγητού εμφανίζουν και οι παραγγελίες φαγητού «απ’ έξω», για κατανάλωση στο σπίτι ή στη δουλειά. Συγκεκριμένα, ένα ποσοστό της τάξεως του 62.1% των ερωτηθέντων δεν παραγγέλνει «απ’ έξω» σχεδόν ποτέ. Οι άνδρες παραγγέλνουν λίγο πιο συχνά από τις γυναίκες, ενώ και εδώ οι μεγαλύτερες ηλικίες είναι εκείνες που πολύ σπάνια παραγγέλνουν φαγητό «απ’ έξω». Όπως φαίνεται, πάνω από το 70% των ερωτηθέντων ηλικίας 45 ετών και άνω δήλωσε ότι δεν παραγγέλνει σχεδόν ποτέ «απ’ έξω», με το ποσοστό να ξεπερνά το 85% στους ερωτηθέντες άνω των 55 ετών.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το ποσοστό των κατοίκων των αγροτικών περιοχών που σχεδόν ποτέ δεν παραγγέλλουν φαγητό «απ’ έξω» φτάνει στο 80.8%, πιθανώς γιατί δεν είναι καθόλου ανεπτυγμένη αυτή η αγορά ή δεν έχουν ακόμα εισαχθεί δυτικά πρότυπα κατανάλωσης στις περιοχές αυτές, είτε γιατί απλώς οι κάτοικοι των περιοχών αυτών διαθέτουν χρόνο για να μαγειρεύουν. Αντίθετα, το μικρότερο ποσοστό (48.2% με μέσο όρο 62.1%) των ερωτηθέντων που σχεδόν ποτέ δεν παραγγέλνουν «απ’ έξω» παρατηρείται στην Αθήνα, πιθανώς λόγω των γρήγορων ρυθμών της καθημερινότητας που οδηγεί συχνότερα στην ανάγκη για αυτή τη λύση.

Τι προτιμάνε να παραγγέλνουν «απ’ έξω» οι ερωτηθέντες;

Πρώτες στην επιλογή των ερωτηθέντων είναι οι πίτσες με ποσοστό προτίμησης 68.3%, και ακολουθούν με μικρή διαφορά τα σουβλάκια με 59.6%. Όλα τα άλλα τρόφιμα (ψητά, μακαρονάδες, κ.ά.) ακολουθούν με μεγάλη διαφορά από τα δύο πρώτα.
Στην Αθήνα και στις αγροτικές περιοχές, τα πρωτεία έχουν πάλι τα σουβλάκια και ακολουθούν με πολύ μικρή διαφορά οι πίτσες. Σε όλες τις άλλες περιοχές οι πίτσες αποτελούν την πρώτη επιλογή των ερωτηθέντων και μάλιστα με διαφορά από τη δεύτερη. Στις αγροτικές περιοχές ξεχωρίζει η τρίτη επιλογή των ερωτηθέντων, τα ψητά φαγητά (μπριζόλες, μπιφτέκια, κ.ά.) με ποσοστό 37%, δηλαδή περίπου 2 με 4 φορές υψηλότερα από το αντίστοιχο ποσοστό στις άλλες περιοχές.
Αναλύοντας, τέλος, τα αποτελέσματα της έρευνας ως προς τις διάφορες ηλικίες οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι οι νέοι ηλικίας 15-17 ετών προτιμούν με μεγάλη διαφορά τις πίτσες όταν παραγγέλνουν «απ’ έξω» (ήταν η πρώτη τους επιλογή σε ποσοστό 80.3%, με δεύτερη επιλογή τα σουβλάκια σε ποσοστό 57.4%), ενώ η διαφορά μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης επιλογής είναι μικρότερη σε όλες τις άλλες ηλικιακές ομάδες.

Συμπεράσματα

Τρώνε τελικά οι Έλληνες σε εστιατόρια γρήγορου φαγητού και πόσο συχνά παραγγέλνουν φαγητό «απ’ έξω»; Περίπου 1 στους 3 ερωτηθέντες ηλικίας κάτω των 24 ετών δήλωσε ότι τρώει σε εστιατόρια γρήγορου φαγητού μία ή περισσότερες φορές την εβδομάδα και 1 στους 5 ότι παραγγέλνει φαγητό «απ’ έξω» με την ίδια συχνότητα. Αντίθετα, οι ερωτηθέντες ηλικίας άνω των 45 ετών φαίνεται ότι δεν έχουν υιοθετήσει τις ανωτέρω συνήθειες, με αποτέλεσμα ο μέσος όρος όσων δεν επισκέπτονται σχεδόν καθόλου εστιατόρια γρήγορου φαγητού και δεν παραγγέλλουν «απ’ έξω» να αγγίζει ή να ξεπερνά το 60%.
Ενδέχεται κάποια από τα αποτελέσματα που παρατέθηκαν ανωτέρω να είναι λίγο έως πολύ αναμενόμενα, στόχος, όμως, της παρούσας έρευνας είναι η ποσοτικοποίηση των εν λόγω δεδομένων και η εξαγωγή συμπερασμάτων.
Βάσει των δεδομένων που έχουμε συλλέξει από την έρευνα, δεν μπορούμε να συμπεράνουμε για τάσεις όσον αφορά στις συγκεκριμένες διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων.
Αν, όμως, λάβουμε υπόψη ότι ζούμε σε μία εποχή και σε μία κοινωνία που, τουλάχιστον στα μεγάλα αστικά κέντρα, χαρακτηρίζεται από γρήγορους ρυθμούς ζωής και περιορισμένο ελεύθερο χρόνο- φαινόμενα που μπορούν να μας οδηγήσουν στη λύση του έτοιμου φαγητού- ανακύπτουν ερωτήματα αναφορικά με τις αλλαγές που ενδέχεται να σημειωθούν στο μέλλον τόσο στη συχνότητα επίσκεψης εστιατορίων γρήγορου φαγητού όσο και στη συχνότητα παραγγελίας φαγητού «απ’ έξω».




ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣ
Η έρευνα έγινε από 25/01/2006-07/02/2006
Είναι ποσοτική με προσωπικές τηλεφωνικές συνεντεύξεις
Έχει δείγμα 1300 ατόμων άνω των 15 ετών, αντιπροσωπευτικό
του Ελληνικού πληθυσμού ως προς το φύλο, την ηλικία (15+),
τη γεωγραφική περιοχή (Αθήνα / Θεσσαλονίκη / Αστικές/
Ημιαστικές/ Αγροτικές περιοχές)
Εταιρεία Ερευνών : MRB HELLAS S.A


ehow.com

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009


Στις ημέρες μας, η νεολαία αλλά και οι ενήλικες έχουν διαφορετικές, νέες συνήθειες από αυτές που είχαν παλαιότερα. Καλές και κακές, ωφέλιμες και βλαβερές, υγιεινές και μη. Το γρήγορο φαγητό είναι μια απλή και εύκολη λύση για ανθρώπους οι οποίοι ζουν έντονη καθημερινότητα. Η έλλειψη χρόνου, που είναι αποτέλεσμα των αυξημένων κοινωνικών ή επαγγελματικών υποχρεώσεων των ατόμων, τα ωθεί στην κατανάλωση έτοιμου και πρόχειρου φαγητού, μια και αυτό είναι πιο εύκολο, γρήγορο, αλλά και γευστικό. Ακόμη μπορεί και να θεωρηθεί αποτέλεσμα της υπερκατανάλωσης στην οποία ωθούνται από τα ΜΜΕ κυρίως οι νέοι, σήμερα. Η συνήθεια αυτή όμως έχει συνδεθεί ισχυρά με την αύξηση του σωματικού βάρους, την παχυσαρκία, αλλά και την εμφάνιση διάφορων άλλων νόσων (καρδιαγγειακά, μεταβολικό σύνδρομο, σακχαρώδης διαβήτης) που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής, μετά από κάποια χρόνια. Πως μπορεί ένας άνθρωπος να επιβαρύνει τον οργανισμό του τρώγοντας έτοιμα και γρήγορα φαγητά; Γιατί φαίνεται να προτιμάει ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της γης να τρέφεται ακόμα και καθημερινά, σε ταχυφαγεία; Τι πρέπει να γνωρίζουμε για τα “fast foods” και πώς μπορούμε να τα αποφύγουμε; Αυτά είναι κάποια από τα ερωτήματα που καλούμαστε να απαντήσουμε σε αυτό το ιστολόγιο, θέλοντας να ενημερώσουμε για τους κινδύνους αλλά ίσως και για τα οφέλη της κατανάλωσης αυτού του τύπου τροφών και ακόμη, θέλοντας να συμβουλεύσουμε για τον άμεσο περιορισμό αυτής της διατροφικής συνήθειας.

πηγές: Xblog.gr
latimesblogs.latimes.com